Μια Κυριακή στην τάπια του νησιού ♪ βαρέσαν τα κανόνια και μπήκε η προσφυγιά η αλμυροφώτοστη κάτω απ' του κόρακα τον ίσκιο ♪ Κλείσε κυρά τα παραθύρια καβαντζάρει ο άνεμος της νύχτας μπαίνει κυρά απ' τη χαραμάδα η παγωνιά κι αχνίζει τον καθρέφτη ♪ Δάγκω' τα χείλια σου κύρα μην ακουστεί το σκούσμα συνδαύλα τη φωτιά κυρά μήδ' ο στερνός κι ο πρώτος συνδαύλα τη φωτιά κυρά μήδ' ο στερνός κι ο πρώτος ♪ Σπίθα τη σπίθα η αστραπή φωτίζει τα, φωτίζει τα μπακίρια κι από μακρά μουγκό μουγκό κορφή κορφή το μέγα μπουμπουνίδι ♪ Δάγκω' τα χείλια σιυ κυρά μην σκουστεί το σκούσμα συνσαύλα τη φωτιά κυρά μήδ' ο στερνός κι ο πρώτος συνδαύλα τη φωτιά κυρά μήδ' ο στερνός κι ο πρώτος