Δε σε γνωρίζω από τα κρίματα που φέρνουν οι καιροί Ούτε ασφαλώς από την κόψη του σπαθιού την τρομερή Δε σ' έχω δει να ταξιδεύεις μέσα σε κεραίες Ή να φοράς αρματωσιές χλαμύδες και σημαίες Σε βρήκα μια νύχτα όταν σώπασαν τα ηχεία Να στέκεσαι αμίλητη έξω από τα πειθαρχεία Ή να κρύβεσαι αμήχανα πίσω απ' τους τοίχους Ψελίζοντας συνθήματα και στίχους Δε σε γνωρίζω από εικονίσματα στο πιο ψηλό ταβάνι Από παπάδες που μαστούριασαν με το λιβάνι Δε σ' έχω μάθει στο στρατό δεν υπηρέτησα Ούτε τον ύμνο σου ποτέ μου τον χαιρέτησα Έχουμε αλλάξει δυο κουβέντες στο κρατητήριο Και πέντε γράμματα σε κάποιο επισκεπτήριο Φάγαμε ξύλο στο τέταρτο και στο αλλοδαπών Και μας αφήσαν νηστικούς για νύχτες στο μεταγωγών Μοιραστήκαμε τη βρώμικη κουβέρτα υπηρεσίας Τη φάλαγγα όταν δήλωσα αντιρρησίας Κάτσαμε δίπλα σε κλούβα οι δυο μας στα κλεφτά Σε δρομολόγια από την Κέρκυρα στα Διαβατά Και στείλαμε μαζί το σήμα του κινδύνου Ανεβασμένοι στη ταράτσα του Μαλανδρίνου Μας πέταξαν στο κιούπη μας σπάσανε τα κόκκαλα Ανθρωποφύλακες υπάλληλοι με ρόπαλα Ράψαμε το στόμα μας σε απεργία πείνας Βάλαμε φωτιά στο κέντρο της ακτίνας Αντέξαμε το κρύο τα φάρμακα με δόσεις Σε μπλε δωμάτια σταυρούς και καθηλώσεις Μας πλάσανε σαν να 'μασταν κομμάτια πλαστελίνης Σε εξάμηνες ενέσεις αλομπερτίνης Παραβιάσαμε την άδεια και όρους αποφυλάκισης Γυρίσαμε παρέα όλα τα κέντρα κράτησης Κι ήσουν εκεί μες το κελί μου Με τη πνοή σου στα ψηλά ντουβάρια έδινα μαχαιριά Οι τοίχοι κι οι στίχοι σε κρύβαν μαζί μου Για να 'σαι η δικιά μου Λευτεριά