Δυο κουβέντες και δυο άνθρωποι σωστοί ένα φιλί και δυο φιλιά για να χαράξουν την πορεία μας Είναι μια βόλτα η ζωή σε κάθε βήμα, θα φανεί τι σόι τέλος θα γράψει η ιστορία μας Μη τσιγκουνεύεσαι να πεις πως αγαπάς, ξεστόμισε το κι άμα δε το καταλάβουν πρόβλημά τους Τους ανθρώπους κυνηγάει ένας μπελάς και είναι απασχολημένοι συνεχώς με τα δικά τους Όλοι μου λένε μη τα σκέφτεσαι πολύ, λες κι έχω κάνα διακόπτη να τον κλείσω να ησυχάσω Λένε ότι το έβαλα σκοπό κι ότι το πάω φιρί φιρί και πριν την ώρα μου στο τέλος θα γεράσω Στόμα μου ραμμένο μυαλό χαμένο, το κουφάρι μου θα αφήσω πίσω το ξεζουμισμένο Το ότι όλοι θα πεθάνουν είναι δεδομένο, το ότι ζούσαν πριν πεθάνουν απαγορευμένο Χαϊδεύω τ' ανεκπλήρωτο όλη μέρα, σηκώνω τα μανίκια και το πνίγω στην μπανιέρα Αντεπεξέρχομαι σε ο,τι γεννάει ο νους με αυτοκαταστροφικούς αμυντικούς μηχανισμούς Δε θα με πιάσετε ποτέ σας ρε κουφάλες, όταν με βρείτε θα χει μείνει μόνο η πέτσα μου όσο σας ένοιαζε η χλίδα και οι σπατάλες, εγώ τρωγόμουνα και έσκαβα τα μέσα μου Τα παιδιά στη γειτονιά είναι ατρόμητα, τα παιδιά της γειτονιάς, παιδιά αλλιώτικα Ο,τι απέναντι σταθεί βλέπουν στα μάτια, κάνει η πίεση τα κάρβουνα διαμάντια Είναι για κείνα τα παιδιά μόνο η ψυχή μου, σαν παλιό καλό δεκάρι ετοιμάζω την αλλαγή μου Τα λέω στο studio κι απ' έξω οι δικοί μου, θα σκότωναν αυτούς που γαμάνε τη μουσική μου Αγαπάω τους ανθρώπους αλλά νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους Ξυπνάω μ' ένα πρόβλημα κάθε πρωί που θα μου κάτσει στην πλάτη ή στο στομάχι ως το μεσημέρι ίσως τ' απόγευμα τη λύση να' χω βρει, αν θα παλέψω ή αν θα κλαφτώ κρύβεται στο δικό μου χέρι Η πόλη είναι φθηνή κι έχω ποντάρει, ο,τι έχω και δεν έχω σ' ένα άλογο κουτσό πετάγομαι από το ιδρωμένο μαξιλάρι και τελειώνω τις κουβέντες μ' αυτούς που δεν είναι εδώ Κάτω από τις γέφυρες των προαστίων, παγώσανε τα όνειρα και οι επιλογές Το έδαφος του αύριο είναι ανασφαλές, μα όποιος δεν τόλμησε να ζήσει έχει πεθάνει δυο φορές Αναγκαστήκανε νωρίς να ωριμάσουνε, τα παιδιά της γειτονιάς τα κουρασμένα Χασμουριόντουσαν αντί να διασκεδάζουνε, ξυπνούσαν τις ώρες που άλλοι μιλούσαν μεθυσμένα Ξέρουν πως θα πεθάνουν όρθια παλεύοντας να πάρουν πίσω κάτι που δεν θα'ρθει Μα θα κάνουν την παράσταση να αξίζει ώσπου να κλείσει η παρένθεση που τη ζωή θυμίζει Κι έχω μια πέτρα πίσω πίσω στην ντουλάπα μου, να μου θυμίζει την οργή που είχα στα μάτια μου Πως η σιωπή που επικρατεί όταν χρειαστεί γίνεται θόρυβος που τρέμουνε αυτοί που γαμάν τα νιάτα μου Αγαπάω τους ανθρώπους αλλά νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους νιώθω εντάξει χώρια τους, όταν φουσκώνουν τα μυαλά σπάνε τα πόδια τους σπαταλάνε όσοι ντρέπονται τη φτώχια τους, κι όσοι τολμούσαν πάντα μέτραγαν τα λόγια τους