Δε με τρομάζει πια το τέλος Περιμένω ανά πάσα στιγμή Στέκομαι ατάραχος στην πρώτη γραμμή Ό,τι είναι να 'ρθει θα μπει ακάλεστο Πατώντας μπροστά σου όλα όσα έχτιζες Τόσο καιρό προτού να εμφανιστεί Κι εκεί θυμάσαι πως όλα όσα είχες Πάντα ήσουν εσύ Μα είναι αργά γιατί αναγκάζεσαι να αλλάξεις Και θέτεις νέες βάσεις Ώστε το μέσα σου να προστατευθεί Και γίνεσαι αυτό στο οποίο δεν ήθελες ποτέ να μοιάσεις Οι αντιστάσεις πέφτουνε Οι αντιφάσεις πάνε κι έρχονται Κι όταν μάθεις να φεύγεις Μαθαίνουν πώς να επιστρέφουνε Στρέφουνε το κλειδί επίμονα μα δε γυρνά Γιατί όποιος ξέρει να θυμάται, έμαθε πρώτα να ξεχνά Κι είναι τόσα πολλά Που εν τέλει σταμάτησα να τα σκέφτομαι Κι εκείνοι τόσο ίδιοι που πάλι νιώθω Πως μπλέκομαι στις ίδιες καταστάσεις Λένε πολλά γι' αυτό παίρνω αποστάσεις Δεν ψαρώνω πια με λόγια, βλέπω πράξεις Ασφικτυώ σε μια αφιλόξενη γη Σαν ζώο που κρεμιέται απ' το κλαδί Ενώ το δάσος καίγεται Έχω ηρεμήσει πολύ μα δεν καταλαβαίνω γιατί Αφού όλα γύρω μου όλο και χειροτερεύουνε Δε με τρομάζουν οι φωνές Δε με συγκινούνε τα κλάματα Το δικό μου το μάτι πλέον στέγνωσε Σηκώνομαι, πλένομαι, πάω για δουλειά, γυρίζω σπίτι Δε θυμάμαι αλήθεια πώς είναι να σκέφτεσαι Τα μάτια μου είναι θολά Κι όμως βλέπω τα πάντα γύρω μου Την περιμένω ακόμα κι απ' το φίλο μου Εμπιστεύομαι ελάχιστους πολύ Μα κανέναν στον κόσμο απόλυτα Θαυμάζω όσους για τους δικούς τους Έχουν σπάσει γόνατα Τα κλειστά στόματα που ξέρουν Πότε πρέπει να μιλήσουνε Κι εκείνους που φύγανε μακριά Και πλέον δε γυρίζουν σπίτι τους Ούτε για να τους φτύσουνε Γονείς που τα γαμήσαν Τώρα σπίτι τους δακρύζουνε Έχω την τσάντα στην πλάτη, φωτιά στο χάρτη Δέκα κούπλες και δυο πόρτες στην ανάγκη Παλεύω για να ζήσω το όνειρο μου Με αντάλλαγμα τα βράδια Να ξυπνάω ιδρωμένος απ' τον ίδιο εφιάλτη Δε γαμιέται, το συνήθισα Πρώτα ματώσανε τ' αυτιά μου Και μετά άνοιξα το στόμα μου και μίλησα Ήτανε λάθος που ασχολήθηκα Δε μεγαλώσαν' έτσι γι' αυτό σήμερα Το ζουν τελείως αντίστροφα Ασφικτυώ σε μια αφιλόξενη γη Σαν ζώο που κρεμιέται απ' το κλαδί Ενώ το δάσος καίγεται Έχω ηρεμήσει πολύ μα δεν καταλαβαίνω γιατί Αφού όλα γύρω μου όλο και χειροτερεύουνε Δε με τρομάζουν οι φωνές Δε με συγκινούνε τα κλάματα Το δικό μου το μάτι πλέον στέγνωσε Σηκώνομαι, πλένομαι, πάω για δουλειά, γυρίζω σπίτι Δε θυμάμαι αλήθεια πώς είναι να σκέφτεσαι