Κύλαγε το τσέρκι στην οδό Φυλής Άστραφτε στον ήλιο κάποια τζαμαρία Άρπαζες την πέτρα δίχως να σκεφτείς Τίναζες το χέρι κάτω η τζαμαρία Γέλαγε η Μαρία, η Μαρία Κόβαμε διχάλες απ' τη μυγδαλιά Είχαμε ρημάξει τη φτωχή πλατεία Βάζαμε σημάδι γλόμπους και πουλιά Και του κυρ Αλέκου τη χοντρή κυρία Γέλαγε η Μαρία, η Μαρία Πάνω στο πατίνι με τα ρουλεμάν Τρέλαινες τον κόσμο απ' τη φασαρία Κι οι νοικοκυραίοι φώναζαν αμάν Λέγαν θα καλέσουν και την αστυνομία Και γέλαγε η Μαρία, η Μαρία