Μπερδεύτηκαν στις σκέψεις τους οι άνθρωποι και ζουν Μες στα αστικά κελιά τους και τη μέρα βλαστημούν Γυρνάνε τσακισμένοι, κουρασμένοι απ' τη δουλειά Τόση σπατάλη ενέργειας ξοδεμένη μάταια Σε δουλειές που από ανάγκη με το ζόρι τις κάνουν Σιγουριά μιας στιγμής για το φόβο του αύριο Και καμένες τις μέρες τις πετάν στα σκουπίδια Φύλλα απ' το ημερολόγιο μ' ένα ανόητο ποίημα Δε ξέρουν να ζουν, Δε ξέρουν να ζουν, Δε ξέρουν να ζουν Δε ξέρουν – δε ξέρουν Μα δεν υπάρχει αύριο αν στο σήμερα δε ζεις Σαν να 'τανε η τελευταία σου μέρα πάνω στη γη Και δε θα υπάρξει αύριο αν το σπρώξεις στη ρουτίνα Δε γίνεται να υπάρχεις με το φόβο και τη γκρίνια Ποτέ μη γίνεις ένα με αυτή τους τη παράνοια Μη τους χαρίσεις τη ζωή σου θα τη κάνουν σκλάβα Και μην αφήσεις ούτε μια σου σκέψη να χαθεί Απ' το μυαλό σου και σε αυτούς πάει και νεκρωθεί Δε ξέρουν να ζουν, Δε ξέρουν να ζουν, Δε ξέρουν να ζουν Δε ξέρουν, δε ξέρουν Έχουν πεθάνει