Πιο παλιά τα όνειρά σου ήταν ιπτάμενα Είδες πάνω απ' τα σύννεφα κι είπες πως "έχω χώρο να κερδίσω" Πιο παλιά η ελπίδα σου ήταν τεράστια, σα μία θάλασσα Τώρα φοβάσαι κι αγριεύεις τη νύχτα Απ' τις φωνές που σε θέλουν πίσω Τις φωνές που σε θέλουν πίσω Και σου λείπει απ' τα χέρια της αυτό το άρωμα Όταν έγειρες γυμνός και ρωτούσες "Πες μου αν κάτι σου θυμίζω" Τώρα που οι δυο μας τρέχουμε σ' αυτό το δάσος, κι είναι χαράματα Ίσως δεν έχει πια καμιά σημασία Κι ίσως θυμάμαι να σ' αναγνωρίζω Μα δε γυρεύω να σε νοσταλγήσω Σ' αυτό το δάσος που 'ναι πάντοτε γκρίζο Με τις φωνές που με θέλουν πίσω Πάει καιρός που στριφογυρνάς στο σκοτάδι αυτό Ψηλαφίζεις τους τοίχους και ψάχνεις το τέλος της σιωπής Αποκοιμιέσαι πλάι στα ρούχα των νεκρών Είναι καιρός που σ' αυτά τα δωμάτια δε μένει πια κανείς Απ' τους τρελούς που σου ζήτησαν γιατρικό Από τα ζώα που ημέρεψαν χωρίς να επιτεθείς Τώρα στα χείλη σου χαμόγελο πικρό Το πιο θλιμμένο τραγούδι ολόκληρης της γης σφυρίζεις