Σκόρπισαν οι ώρες στου χρόνου τις αιώρες σαν τ' απανωτά τσιγάρα που κάναμε μες στο σταθμό Σπίθα απ' τ' αστέρια στα παγωμένα χέρια το σαράκι που σε τρώει και ξαναφέρνει γυρισμό Σαν καραβάκια χάρτινα οι χαρές βουλιάζουν άτυχα σε μέρες βροχερές Το φάρμακο που καίει τις πληγές είναι γραμμένο σε αυτοσχέδιες συνταγές κι εσύ πιες την υγρασία που στάζουν οι οροφές την πίκρα που 'χω μες στο στόμα πιες Πήρες το κορμί μου και την απόγνωσή μου κάτω απ' το σβηστό φανάρι και σε δωμάτιο δανεικό κι έγινε ο χρόνος δραπέτης δολοφόνος σαν τις φλόγες του αναπτήρα που κάψανε το σκηνικό